Στις 30 Ιανουαρίου η Εκκλησίας μας εορτάζει τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών, του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Αποτελούν προστάτες των γραμμάτων, των εκπαιδευτικών και των μαθητών. Την εορτή τους καθιέρωσε ο Αλέξιος Κομνηνός το 1100μ.Χ. Αποφασίστηκε να γιορτάζουν και οι τρεις μαζί, διότι υπήρχαν διαμάχες σχετικά με το ποιος από τους τρεις ήταν σπουδαιότερος.
Και οι τρεις ήταν σπουδαίοι. Αφιέρωσαν τη ζωή τους στον Θεό, τους φτωχούς συνανθρώπους τους και τους δυστυχισμένους. Αγαπούσαν πολύ τα γράμματα και υπήρξαν σπουδαίοι διδάσκαλοι, συγγραφείς και ρήτορες.
Μέγας Βασίλειος
Ο Μέγας Βασίλειος γεννήθηκε το 330μ.Χ. στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και ήταν γιος του Βασιλείου και της Εμμέλειας. Σπούδασε ρητορική, φιλοσοφία, αστρονομία, γεωμετρία, ιατρική και φυσική. Από το 357-362μ.Χ. έζησε ως μοναχός. Όταν εκλέχθηκε επίσκοπος Καισαρείας ίδρυσε μια σειρά από φιλανθρωπικά ιδρύματα, που ονομάστηκαν «Βασιλειάδα». Βοηθούσε πολύ τους φτωχούς και τους ασθενείς και αποτελούσε παράδειγμα πνευματικής προσφοράς και κοινωνικής δράσης. Έγραψε πολλά σπουδαία έργα και συνέταξε Θεία Λειτουργία. Αγωνίστηκε για την ενότητα της Χριστιανικής Εκκλησίας και πέθανε την 1η Ιανουαρίου του 379μ.Χ. σε ηλικία 49 ετών.
Γρηγόριος ο Θεολόγος
Ο Γρηγόριος γεννήθηκε το 329μ.Χ. στην Αριανζό, κοντά στη Ναζιανζό της Καππαδοκίας, γι’ αυτό λέγεται και Ναζιανζηνός. Πατέρας του ήταν ο Γρηγόριος, επίσκοπος στη Ναζιανζό, και μητέρα του η Νόννα. Σπούδασε στην Καισάρεια, την Αλεξάνδρεια και την Αθήνα, όπου είχε συμμαθητή τον Μέγα Βασίλειο. Μετά τις σπουδές του γύρισε στη Ναζιανζό, σε ηλικία 30 ετών. Αφού βαπτίστηκε, έφυγε για την έρημο, όπου έγινε μοναχός. Ο Μέγας Βασίλειος, που ήταν αρχιεπίσκοπος στην Καισάρεια, τον χειροτόνησε επίσκοπο, παρά τη θέλησή του. Ο Γρηγόριος δεν έμεινε για πολύ στη θέση αυτή. Οι χριστιανοί της Κωνσταντινούπολης τον κάλεσαν να αναλάβει τον αγώνα εναντίον των Αρειανών. Ο Γρηγόριος δέχτηκε, μετέβη στην πρωτεύουσα κι εκφώνησε τους περίφημους πέντε θεολογικούς λόγους του ενάντια στους αρειανόφρονες, για τους οποίους ονομάστηκε Θεολόγος. Το 381μ.Χ. συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη η Β’ Οικουμενική Σύνοδος για να καταδικάσει τους οπαδούς του Μακεδονίου, οι οποίοι αμφισβητούσαν τη θεότητα του Αγίου Πνεύματος, για ακόμη μία φορά τον Άρειο και να συμπληρώσει το Σύμβολο της Πίστεως. Τα μέλη της συνόδου τον εξέλεξαν αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως. Όμως, ορισμένα μέλη αμφισβήτησαν την εκλογή του. Έτσι, ο Γρηγόριος παραιτήθηκε και επέστρεψε στην έρημο. Εκεί πέρασε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του, με προσευχή, μελέτη και συγγραφή. Κοιμήθηκε στις 25 Ιανουαρίου του 390μ.Χ. σε ηλικία 61 ετών.
Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Ο Ιωάννης γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Συρίας το 347μ.Χ. Έμεινε ορφανός από πατέρα σε μικρή ηλικία και ανατράφηκε με τη φροντίδα της μητέρας του, Ανθούσας. Σπούδασε ρητορική κοντά στον φημισμένο δάσκαλο της εποχής Λιβάνιο, ο οποίος τον προόριζε για διάδοχό του. Αλλά ο Ιωάννης προτίμησε να αφιερωθεί στον Θεό. Μοίρασε όλη την περιουσία του στους φτωχούς και έγινε μοναχός. Το κήρυγμά του ήταν κάτι το εξαιρετικό. Όταν κήρυττε ήταν σαν να έτρεχε χρυσάφι από το στόμα του. Γι’ αυτό πήρε το όνομα «Χρυσόστομος». Με φλογερά κηρύγματα «έσπειρε» τον λόγο του Θεού σε πολλά μέρη, αλλά και στην Κωνσταντινούπολη, ως Πατριάρχης. Σε κάθε ομιλία του μαζευόταν πλήθος κόσμου για να τον ακούσει. Όμως οι εχθροί της αλήθειας, μεταξύ των οποίων και η αυτοκράτειρα Ευδοξία, την οποία έλεγχε για τις αδικίες της, τον έστειλαν στην εξορία τρεις φορές. Την τρίτη φορά πέθανε από τις κακουχίες σε ηλικία 60 ετών, δοξολογώντας τον Θεό.